φαιδρονους

φαιδρονους
    φαιδρόνους
    φαιδρό-νους
    2
    с ясным умом, бодро настроенный Aesch.

Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Смотреть что такое "φαιδρονους" в других словарях:

  • φαιδρόνους — ουν, και ασυναίρ. τ. φαιδρόνοος, ον, Α 1. αυτός που έχει καθαρό μυαλό 2. εύθυμος. [ΕΤΥΜΟΛ. < φαιδρός + νους / νοος (< νοῦς / νόος), πρβλ. σοφό νους] …   Dictionary of Greek

  • νους — ο (ΑΜ νοῡς, Α και ασυναίρ. τ. νόος) 1. η ικανότητα τού νοείν, σε αντιδιαστολή προς το αισθάνεσθαι, η δύναμη που χαρακτηρίζει τον άνθρωπο να σκέφτεται λογικά, το σύνολο τών λειτουργιών τού ανθρώπινου εγκεφάλου, νόηση, διάνοια («τυφλὸς τὰ τ ὦτα τόν …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»